Powered By BloggerTips.gr

5 Ιουν 2014

Εγκλήματα Μίσους (Hate Crimes)

Της Ερασμίας Μπίτσικα 
Δημοσιευμένο το 2012

  Τα Εγκλήματα Μίσους θεωρούνται αρχαίο φαινόμενο, ωστόσο, ήλθε σχετικά αργά στην πολιτική και πολιτειακή ατζέντα παγκοσμίως. Επιπλέον, η έλλειψη επαρκούς εννοιολογικής σημασιοδότησης, τόσο σε νομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο καθυστέρησε όπως είναι εύλογο και την μελέτη του φαινομένου από τους εγκληματολόγους.  

 Η αλήθεια είναι ότι μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου, τα εγκλήματα μίσους ανησύχησαν σημαντικά τους διαμορφωτές αντεγκληματικής πολιτικής και τους πολιτικούς εμπλεκόμενους. Στην Αμερική παρατηρήθηκε αρκετά οξυμμένη κατάσταση και το Παρατηρητήριο των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Human Rights Watch) μίλησε για «κύματα εγκλημάτων μίσους», μετά από κάθε τρομοκρατική πράξη, καθώς το κοινό προσλάμβανε «αρνητική ψυχολογία» κατά των αντίθετων θρησκευτικά ή διαφορετικών φυλετικά συμπολιτών τους, που στο πρόσωπό τους «έβλεπαν» τα μέλη της Αλ-Κάιντα.  
 Δυστυχώς, και η Ελλάδα έχει απασχολήσει έντονα τον ίδιο Οργανισμό με αρκετά επαίσχυντες πράξεις βίας κατά γυναικών, παιδιών και ανδρών μουσουλμάνων, πρωτόγνωρες για την ελληνική κοινωνία, που προκαλούν εθνικό όνειδος. Την εμφάνισή τους έχουν κάνει ακόμη και δίκες που αφορούν ρατσιστικές επιθέσεις στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα στο κέντρο της Αθήνας. Ο φόβος φαίνεται να είναι το κύριο συναίσθημα που καταλαμβάνει το σύνολο των κατοίκων μια πόλης που έχει πολλούς μετανάστες και πλήττει τόσο τους γηγενείς όσο και τους αλλοδαπούς, κανένας πια δεν μπορεί να κυκλοφορήσει χωρίς να ανησυχεί αν, που και πότε θα δεχτεί μια ξαφνική επίθεση! Ο ρόλος της Αστυνομίας απελπιστικά δύσκολος, καθώς δέχεται όλο το βάρος της διαχείρισης απροκάλυπτης βίας εναντίον βασανισμένων και ξεριζωμένων ανθρώπων και της προκατάληψης ενός συστήματος που τους θέλει και θύτες και θύματα. 
  Πρόσφατα έγιναν βήματα να συσταθούν Γραφεία Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας στα Ελληνικά Αστυνομικά Τμήματα για να διαχειριστούν τον μεγάλο αριθμό καταγγελιών για επιθέσεις σε βάρος ανθρώπων, αποκλειστικά και μόνο λόγω της φυλετικής ή εθνικής καταγωγής τους ή τους θρησκεύματός τους. Από την άλλη μεριά, νιώθει κανείς απογοήτευση, όταν μαθαίνει οτι παρά την ενίσχυση του νομικού συστήματος με διατάξεις που καθιστούν επιβαρυντική περίσταση το «ρατσιστικό» υπόβαθρο στις εγκληματικές πράξεις, ελάχιστα έχει χρησιμοποιηθεί από την Ελληνική Δικαιοσύνη. Σίγουρα, η έξαρση της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα έχει ανησυχήσει τόσο την ελληνικά κοινωνία, τα εθνικά πολιτικά όργανα, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις όσο και τους ευρωπαϊκούς εταίρους. Η επικείμενη επίσκεψη-ειδική αποστολή του Λετονού Επιτρόπου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης, Νιλς Μουΐζνιεκς τους πρώτους μήνες του 2013 θα πρέπει να προβληματίσει την Ελληνική Πολιτεία, καθώς, όντας ενήμερος για τις αγριότητες κυρίως κατά μεταναστών, αλλά και τις συνεχιζόμενες διώξεις των τσιγγάνων Ρομά από τους καταυλισμούς τους, έρχεται να συγκεντρώσει στοιχεία για όλη την ρατσιστική δράση πολιτών από όπου και αν αυτή προέρχεται. 

Τι είναι το έγκλημα μίσους;

Αν και εμφανίστηκε ως όρος την δεκαετία του ’80, τα εγκλήματα μίσους υπάρχουν από πολύ παλιά και αφορούν στις βίαιες πράξεις εναντίον ανθρώπων που επιλέγονται λόγω του της φυλετικής τους ομάδας, του φύλου, της θρησκευτικής τους πεποίθησης, της εθνικής καταγωγής τους, της σεξουαλικής τους προτίμησης ή του χρώματός τους. Κίνητρο της βίας φαίνεται να είναι καθαρά η ταπείνωση και η έκφραση μισαλλοδοξίας, κακίας και αποδοκιμασίας «του άλλου». Ουσιαστικά δεν αφορά μόνο το μίσος, αλλά την προκατάληψη, μια έννοια αρκετά «ανοικτή», καθώς όλων μας οι προκαταλήψεις βασίζονται σε λογικά ή παράλογα ακούσματα, στις εμπειρίες μας και διαμορφώνονται μέσα από την οικογένεια, το σχολικό, εργασιακό, πολιτισμικό περιβάλλον που ζούμε. Μερικές προκαταλήψεις είναι αθώες, άλλες όμως προκαλούν επικίνδυνες κοινωνικές και πολιτικές αντιλήψεις και δοξασίες (μισογυνισμός, αντι-σημιτισμός...). 

Περιπτωσιολογία εγκλημάτων μίσους

Το ανατριχιαστικό χρονικό του διωγμού ενός Έλληνα το 1909 

19 Φεβρουαρίου 1909: Ο νεαρός Έλληνας μετανάστης Γιάννης Μασουρίδης (βρισκόταν από το 1906 στις ΗΠΑ) συλλαμβάνεται, έπειτα από καταγγελία ότι «είχε σχέσεις» με 17χρονη Αμερικανίδα. Καθ΄ οδόν προς το αστυνομικό τμήμα, ο Έλληνας τραυματίζεται και ο αστυνομικός πέφτει νεκρός, ύστερα από ανταλλαγή πυροβολισμών. Ο Μασουρίδης καταφέρνει να γυρίσει στο σπίτι του. Αστυνομικοί τον συλλαμβάνουν εκεί και τον κακοποιούν μέχρι αναισθησίας. Εκατοντάδες εξαγριωμένοι κάτοικοι σπεύδουν με σκοπό να τον λιντσάρουν (ο «νόμος» του Λιντς επιβίωνε ακόμη). Τελικά, φυγαδεύεται ζωντανός από την αστυνομία στην πρωτεύουσα της Πολιτείας. 20 Φεβρουαρίου: Προπαγανδιστική εκστρατεία κατά των «βρωμερών» Ελλήνων. Προβάλλει η αξίωση να «εξοριστούν» από την περιοχή. Συγκαλείται για την επομένη μέρα συλλαλητήριο. 21 Φεβρουαρίου: Πογκρόμ κατά των Ελλήνων και όσων έμοιαζαν με Έλληνες. Επιθέσεις με τραυματίες, καταστροφές καταστημάτων, περιουσιών και λεηλασίες. Περίπου 1.300 Έλληνες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την πόλη και μαζί τους άλλοι Βαλκάνιοι. Μάρτιος: Απεσταλμένος της ελληνικής πρεσβείας στις ΗΠΑ, που φθάνει στην πόλη για να καταγράψει τις καταστροφές, συστήνει στους εναπομείναντες Έλληνες να είναι «κόσμιοι» και «να μη ομιλώσιν εις τας γυναίκας» όταν τις συναντούν στο δρόμο! Ιούνιος 1909: Ο Μασουρίδης καταδικάζεται σε θάνατο δι΄ απαγχονισμού (οι ένορκοι αποφάσισαν μετά 19ωρη συνεδρίαση). Σύμφωνα με την κατηγορία πυροβόλησε και σκότωσε τον αστυνομικό επιχειρώντας να διαφύγει. Κατά τον ίδιο επιχείρησε να πετάξει το όπλο του, όταν τον έπιασαν για να μην πληρώσει το βαρύτατο πρόστιμο. Ο αστυνομικός τον πυροβόλησε τότε και τον τραυμάτισε. Αμυνόμενος πυροβόλησε κι αυτός (η σφαίρα βρήκε τον αστυνομικό στην καρδιά). Μάιος 1910: Το Ανώτατο Δικαστήριο της Νεμπράσκα ακύρωσε τη θανατική ποινή, λόγω ανεπάρκειας στοιχείων και παραλείψεων στη διαδικασία. Επέβαλε στον Μασουρίδη συνολική ποινή 14 ετών. Αυτός έμεινε στις φυλακές πεντέμισι χρόνια και μετά επέστρεψε στο χωριό του στην Ελλάδα. 


 Σε μια δύσκολη περίοδο δημοσιονομικής κρίσης και σωρείας επιβληθέντων μέτρων που πλήττουν δυσβάσταχτα τον ελληνικό κοινωνικό ιστό, δοκιμάζονται έντονα οι ανθρώπινες σχέσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, η καταφανής δράση ακραίων ομάδων κρούσης κατά αλλοδαπών γίνεται
ανεκτή από τις αρχές σε ένα γενικευμένο και ολοένα οξυνόμενο κλίμα ανασφάλειας, αδιαλλαξίας και παραλυσίας. Ειδική κατηγορία αποτελούν τα περιστατικά όπου συνδέεται η αστυνομική με τη ρατσιστική βία. Πρόκειται για περιστατικά στα οποία ένστολοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και σε επιχειρήσεις ρουτίνας, καταφεύγουν σε έκνομες ενέργειες και πρακτικές άσκησης βίας. Καταγράφηκαν επίσης περιπτώσεις προσαγωγών στα αστυνομικά τμήματα, κράτησης και κακομεταχείρισης για ορισμένο χρονικό διάστημα κάποιων ωρών, καθώς και η καταστροφή νομιμοποιητικών εγγράφων. 
  Επιπλέον, προκύπτει μια τάση ομαδικής βίας με τη συμμετοχή ανηλίκων. Στις περιπτώσεις αυτές καταγράφτηκε στοιχειώδης οργάνωση στο δημόσιο χώρο (πλατείες κλπ.) και χρήση αυτοσχέδιων κυρίως όπλων, ωστόσο δυνάμει φονικών. Επίσης, προκύπτει η πρακτική «περιπολίας» από μαυροφορεμένους μοτοσικλετιστές, με κράνη ή καλυμμένο πρόσωπο οι οποίοι επιτίθενται εν κινήσει και συχνά σε στάσεις λεωφορείων. Οι ομάδες επίσης χρησιμοποιούν μεγαλόσωμους σκύλους για εκφοβισμό. Οι επιθέσεις κατά των γυναικών έχουν στοιχεία απειλής της γενετήσιας αξιοπρέπειάς τους με ρητή σύνδεση με το χρώμα τους. Οι επιθέσεις παρουσιάζουν, ως επί το πλείστον, χαρακτηριστικά στοιχειωδώς οργανωμένων επιχειρήσεων. 
  Επίσης, στον χώρο των γηπέδων, που αποτελούν το πιο αθέατο ή παραγνωρισμένο φυτώριο ρατσισμού, «ευδοκιμούν» και συνυπάρχουν ακραίες εκφάνσεις αυτής της βίας. Η ηλικία μοιάζει να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ολίσθηση στη βία σε αυτές τις περιπτώσεις, αλλά η περιθωριοποίηση, η διεύρυνση του αποκλεισμού και η ενίσχυση των ανισοτήτων συνιστούν τα κοινά στοιχεία των κοινωνιών στις οποίες παρατηρείται η έξαρση της ρατσιστικής βίας. Αν η Πολιτεία επιδείξει αδράνεια ή ανοχή έναντι των συχνών επιθέσεων και νομιμοποιήσει έστω και δια παραλείψεως την εξάπλωση της ρατσιστικής βίας, το κοινωνικό σύνολο κινδυνεύει να εξοικειωθεί απολύτως με την τυφλή και κυνική βία κατά των αδυνάτων. 
  Η ανασφάλεια δε η οποία προκαλείται σε μεγάλες μερίδες του στοχοποιούμενου πληθυσμού δύναται να οδηγήσει σε ακραίες κοινωνικές συγκρούσεις. 

Δίκτυο Καταγραφή Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας 

  Με πρωτοβουλία της ΕΕΔΑ και του Γραφείου της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα (ΥΑ) και με συμμετοχή μη κυβερνητικών οργανώσεων και φορέων δημιουργήθηκε το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας. Το Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας απαρτίζεται από φορείς, οι οποίοι προσφέρουν ιατρικές, κοινωνικές και νομικές υπηρεσίες ή/και έρχονται σε άμεση επαφή με τα θύματα ρατσιστικής βίας και επιδιώκει την καταπολέμηση της ρατσιστικής βίας. Ήρθε να καλύψει το κενό απουσίας επίσημης καταγραφής τέτοιων περιστατικών. Τα στοιχεία δείχνουν πως εκ των καταγεγραμμένων περιστατικών ελάχιστοι καταφεύγουν στην αστυνομία προκειμένου να κινηθεί η ποινική διαδικασία. 
  Οι συμμετέχοντες φορείς στο Δίκτυο Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας διαπίστωσαν ότι ακόμα και στις περιπτώσεις στις οποίες το θύμα, συχνά με νωπά τα σημάδια της βίας, αναζητά κάποια βοήθεια στις υπηρεσίες τους, αποφεύγει την καταγγελία. Οι λόγοι αυτής της απροθυμίας μπορούν να αναζητηθούν στον φόβο, στην έλλειψη εμπιστοσύνης στο σύστημα και κάποιες φορές, στην παθητική εξοικείωση με τη ρατσιστική συμπεριφορά. Τους πρώτους εννέα μήνες του 2012 καταγράφηκαν 87 περιστατικά ρατσιστικά περιστατικά κατά προσφύγων και μεταναστών. Περισσότερα από τα μισά συνδέονται με εξτρεμιστικές ομάδες που δρουν οργανωμένα και βάσει σχεδιου, ενώ σε κάποιες περιστάσεις τα θύματα αναγνώρισαν άτομα ακροδεξιών κομμάτων. Γίνεται κατά κανόνα χρήση όπλων, σιδηρολοστών, αλυσίδων, σιδηρογροθιών, μαχαιριών ή σπασμένων μπουκαλιών, ακόμη και μεγαλόσωμων σκύλων σε δημόσιους χώρους (πλατείες, δρόμους, μέσα μαζικής μεταφοράς), εμπρησμοί επιχειρήσεων αλλοδαπών, βαριές ή απλές σωματικές βλάβες, επιθέσεις με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς σε σπίτια αλλοδαπών από εξτρεμιστικές ομάδες ατόμων (πολλές φορές με την συμμετοχή ανηλίκων) ντυμένων με μαύρα ή στρατιωτικά ρούχα και καλυμμένα πρόσωπα που εκτοξεύουν ύβρεις και απειλές κατά των αλλοδαπών.

Προτάσεις από την ΕΕΔΑ

Επειδή η ατιμωρησία εντείνει και διαιωνίζει τη βία, απομακρύνει τις ευάλωτες ομάδες από την κοινωνία, επειδή ο ρατσιστικός λόγος δημιουργεί και εκφράζει κατηγοριοποίηση των ατόμων σε ανθρώπους και υπανθρώπους, επειδή τα ΜΜΕ επιδρούν καταλυτικά στην διαμόρφωση ενός συλλογικού ασυνείδητου και στην εδραίωση μια συλλογικής ρατσιστικής κοινοτοπίας αλλά και μιας γενικότερης αντιμετώπισης του «μεταναστευτικού» ως προβλήματος και όχι ως φαινομένου, αυξάνοντας παράλληλα την δημοτικότητά ακροδεξιών κομμάτων, των οποίων η ισχύς αυξάνεται λόγω της απονομιμοποίησης των θεσμών της αντιπροσώπευσης και της γενικευμένης πια αμφισβήτησης των κρατικών δομών, για όλους αυτούς τους λόγους χρειάζεται οπωσδήποτε να ληφθούν επειγόντως μέτρα: 
/1/έρευνα σε βάθος των κινήτρων των ρατσιστικών επιθέσεων, /2/παροχή νομικής βοήθειας στα θύματα ρατσιστικών επιθέσεων λόγω έλλειψης πόρων των ιδίων, /3/συνεργασία διωκτικών αρχών με ΜΚΟ για ψυχολογική υποστήριξη των θυμάτων και των μαρτύρων, /4/εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση δικαστών να αναζητούν την ρατσιστική πτυχή σε ένα έγκλημα και να μην επιλέγουν ανεξαιρέτως το γενικό έγκλημα, /5/ Ενημέρωση του ένστολου προσωπικού για τις Συστάσεις Διεθνών Οργάνων όσον αφορά την ρατσιστική βία, /6/ Δημιουργία ενός αποτελεσματικού μηχανισμού καταγγελιών, ανεξάρτητης διερεύνησης και παρακολούθησης εγκλημάτων με ρατσιστικό κίνητρο, /7/ανάπτυξη συνεργασίας των διωκτικών αρχών με ειδικούς επιστήμονες που μελετούν την δράση και την εξέλιξη εξτρεμιστικών ομάδων, /8/θωράκιση παιδιών με βιώματα ανεκτικότητας στα πλαίσια προληπτικών προγραμμάτων στα σχολεία ακόμη και από την νηπιακή ηλικία, /9/ Σαφής απαξίωση του ρατσιστικού λόγου από τα ΜΜΕ με αντίστοιχη αυτοσυγκράτηση στην αναμετάδοση του.

Συμπεράσματα

  Η σημερινή απελπιστική εικόνα έξαρσης της ρατσιστικής βίας προήλθε από την υποτίμηση των εκφάνσεων ρατσισμού από την πολιτεία και την μη αποφασιστική αντιμετώπιση διαπιστωμένων ρατσιστικών πρακτικών που τελικά πολύ γρήγορα θέτουν σε κίνδυνο τους δημοκρατικούς θεσμούς και τον κοινωνικό ιστό. Ο ρατσισμός εμφανίστηκε και εξαπλώθηκε με πολλούς τρόπους. Η θεσμική του εμφάνιση αφορά μεταξύ άλλων περιστατικά βίας ή αυθαιρεσίας που συνδέονται με την αστυνομία και τις επιχειρήσεις «σκούπα» ως μοναδική απάντηση της πολιτείας στο πολύπλοκο ζήτημα των παράτυπων μεταναστών. 
  Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και μέρος του επίσημου πολιτικού λόγου που ενίοτε ακροβατεί επικίνδυνα στο όριο της ρητορικής του μίσους. Παράλληλα, ανεύθυνες πρακτικές, όπως η δημοσιογραφική διαχείριση εγκληματικών πράξεων και κοινωνικών φαινομένων από τα ΜΜΕ, επέδρασαν καίρια στην πρόσληψη από τους πολίτες τέτοιων δράσεων ως «δίκαιη διαχείριση» της ελληνικής κρίσης. Η Βρετανίδα ερευνήτρια Κάθριν Φιέσκι, που έχει μελετήσει διεξοδικά το φαινόμενο των ακροδεξιών κομμάτων σε ολόκληρη την Ευρώπη και ιδιαιτέρως των ελληνικών, τονίζει οτι το σημαντικότερο πρόβλημα και παράλληλα ο κίνδυνος είναι ότι οι άνθρωποι χάνουν την πίστη στους δημοκρατικούς θεσμούς και πιστεύουν ότι η βία ενός τραμπούκου είναι η απάντηση σε όλα τα προβλήματα. Σε αυτό δυστυχώς, συμβάλλει και η «επικοινωνιακή βία», ο δρόμος της παρουσίασης βίας μέσα από τα ΜΜΕ, που αντί να αποστρέφει τους πολίτες – αντίθετα στην κοινή λογική -, αυξάνει τα ποσοστά δημοτικότητάς τους. 
  Κλείνοντας να πούμε, ότι πριν από λίγα χρόνια και πριν εμφανιστούν οι μετανάστες στην χώρα μας, θύματα άγριων, ρατσιστικών επιθέσεων ήταν Έλληνες, είτε λόγω της ιδεολογίας τους είτε λόγω της στάσης ζωής που επέλεξαν να ακολουθήσουν. 
  Όταν αρνιόμαστε την ύπαρξη του διαφορετικού «άλλου», θα έρθει η ώρα που κάποιοι θα αρνηθούν και την δικής μας ύπαρξη.-


Βιβλιογραφία 
Chakraborti N., Hate crime : concepts, policy, future directions, Devon : Willan Publishing 
Κατσιμάρδος Τ., Όταν οι Έλληνες ήταν ανεπιθύμητοι ξένοι, Έθνος 21-2-2010 
Report of European Commission against Racism and Intolerance, 2010 
Ετήσια Έκθεση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, 2011 
Roleff L. Tamara, Hate Crimes, Reuters, 2001 

«Το να μάθεις να σκέφτεσαι, να είσαι ακριβής, να ζυγίζεις τις λέξεις σου, να ακούς τον άλλον, σημαίνει να μπορείς να διαλέγεσαι και είναι το μόνο μέσο για να αναχαιτισθεί η τρομακτική βία που αυξάνεται γύρω μας. Ο λόγος είναι ένα φρούριο κατά της κτηνωδίας. Όταν δεν ξέρουμε, όταν δεν μπορούμε να εκφραστούμε, όταν ο λόγος δεν είναι επαρκής και αρκετά επεξεργασμένος, επειδή η σκέψη είναι ασαφής και μπερδεμένη, δεν απομένουν παρά οι γροθιές, τα χτυπήματα, η άξεστη, βλακώδης, τυφλή βία» Jacqueline de Romilly (Γαλλίδα Ελληνίστρια)